Στην Πύλο στο λόφο του Επάνω Εγκλιανού, 3 χιλιόμετρα από το Κορυφάσιο βρέθηκε ανάκτορο που λέγεται πως ήταν το ανάκτορο του Νέστορα. Οι ανασκαφές που άρχισαν το 1939 και ολοκληρώθηκαν μετά το Β’ Παγκόσμιο πόλεμο έφεραν στο φως και ερείπια προγενέστερα από το ανάκτορο. Η πόλη και το ανάκτορο καταστράφηκαν το 1200 π.Χ. πιθανότατα κατά την κάθοδο των Δωριέων.
Το ανάκτορο του Νέστορα, στον Επάνω Εγκλιανό, σε απόσταση 14 χλμ από την Πύλο, συγκαταλέγεται ανάμεσα στα σημαντικότερα μνημεία της μυκηναϊκής Ελλάδας. Τα ανάκτορα χτίστηκαν το 13ο αι. π.Χ. από το βασιλιά Νέστορα – που πήρε μέρος στον Τρωικό Πόλεμο με ενενήντα πλοία – γιο του Πηλέα, ο οποίος μετέτρεψε την Πύλο στη δεύτερη σημαντικότερη πόλη του μυκηναϊκού κόσμου, μετά τις Μυκήνες. Το γύρο τοπίο ήταν ήρεμο και η περιοχή του ανακτόρου δεν τειχίστηκε ποτέ, αντίθετα με τις άλλες μυκηναϊκές ακροπόλεις. Τα ανάκτορα καταστράφηκαν σχεδόν ολοκληρωτικά στις αρχές του 12ου αι., από πυρκαγιά και δεν ανοικοδομήθηκαν ποτέ. Ο Κ. Κουντουριώτης το 1939 εντόπισε τη θέση του προϊστορικού παλατιού, την αποκάλυψη του οποίου συνέχισε και ολοκλήρωσε ο Αμερικανός Καρλ Μπλέγκεν.
Οι ανασκαφές σταδιακά αποκάλυψαν τα ερείπια πλουσιότατου διώροφου κεντρικού οικοδομήματος και άλλων δυο βοηθητικών, που απλώνονται στο μισό οροπέδιο του Εγκλιανού. Μπαίνουμε στο ανάκτορο από μια άνετη αυλή με πρόπυλο. Αριστερά βρίσκονται δυο δωμάτια (αρχεία) όπου βρέθηκε μεγάλος αριθμός από πήλινες πινακίδες με τη Γραμμική Β’. Οι πήλινες αυτές πινακίδες, που θυμίζουν φύλλα φοίνικα, 1.250 στο σύνολό τους, αποκρυπτογραφήθηκαν το 1952 από τον αρχιτέκτονα Μάικλ Βέντρις και το φιλόλογο Τζον Τσάντγουικ, προσφέροντάς μας πλήθος πρακτικών πληροφοριών για τη ζωή στην προϊστορική Πύλα. Το πρόπυλο οδηγεί σε αυλή με μια στοά με δυο κίονες στα δεξιά της και μια αποθήκη και μια αίθουσα αναμονής στα αριστερό της Από την αυλή προχωρούμε στον πρόδομο του ανακτόρου που διακοσμούνταν με τοιχογραφίες και από κει στην αίθουσα του θρόνου, όπου παρατηρούμε την πήλινη λατρευτική εστία στο μέσον της αίθουσας με τις βάσεις τεσσάρων κιόνων ολόγυρα αλλά δυστυχώς όχι και το θρόνο, που καταστράφηκε τελείως. Η αίθουσα του θρόνου ήταν διακοσμημένη με υπέροχες έγχρωμες τοιχογραφίες, που αναπαριστούσαν διάφορα θέματα, ενώ ζωγραφική διακόσμηση υπήρχέ και στο πάτωμα της αίθουσας. Από μια σειρά διαδρόμων, προσεγγίζουμε διάφορα δωμάτια, που χρησίμευαν κυρίως ως αποθήκες, όπως φάνηκε από τα πήλινα αγγεία που βρέθηκαν σ’ αυτό. Άλλα δωμάτια χρησίμευαν για την αποθήκευση λαδιού, με μεγάλα πιθάρια, ενώ σε ένα από αυτά ανασκάφηκαν τμήματα από περισσότερα από 3.000 αγγεία. Δεξιά και αριστερά του πρόδομου βλέπουμε δύο κλιμακοστάσια (από το ένα σώζονται μόνο οχτώ σκαλοπάτια), που οδηγούσαν στον επάνω όροφο. Νοτιοανατολικά του κεντρικού ανακτόρου αποκαλύφθηκαν τα ερείπια λουτρού με πήλινο λουτήρα, στο οποίο διακρίνονται ίχνη από τη διακόσμηση και από δυο μεγάλα πιθάρια. Εκεί βρίσκονταν και το διαμερίσματα της βασίλισσας, με μια μεγάλη αίθουσα με κυκλική εστία, διακοσμημένη με ωραία σχέδια, όπως και οι περισσότεροι τοίχοι του διαμερίσματος.
Νοτιοδυτικά υπάρχουν τα ερείπια οικοδομικού συγκροτήματος με προγενέστερο μέγαρο και βορειοανατολικό ενός άλλου με χώρους αποθήκευσης κι ένα πιθανό ιερό με βωμό στην είσοδό του. Ακόμη νοτιότερα βρέθηκαν λείψανα εργαστηρίου κατασκευής όπλων και ίχνη του αγωγού, που εφοδίαζε με νερό το ανάκτορο.
Ολόγυρα από το ανάκτορο ανασκάφηκαν θολωτοί τάφοι με κτερίσματα, ο πλησιέστερος των οποίων βρέθηκε σε απόσταση 80 μέτρων από το κεντρικό ανάκτορο.